7/3/2025
Ο κινηματογράφος από τις απαρχές του αγάπησε την ψυχιατρική θεματική, διαμορφώνοντας μία τυπολογία «τρελών» με έμφαση στη διαφορετικότητα. Οι ψυχικά ασθενείς των ταινιών, ανεξαρτήτως φύλου, εμφανίζονται τρομακτικοί, αποκλίνοντες, εμμονικοί, αφελείς, αξιολύπητοι, ακόμα και γελοιοποιημένοι στη μεγάλη οθόνη, με υπερβολικά συμπτώματα προς εντυπωσιασμό του θεατή.[1] Ωστόσο, συγκεκριμένα στους γυναικείους χαρακτήρες διακριτή είναι η επίδραση της έμφυλης ταυτότητας.
Στην ιστορία της Ψυχιατρικής οι διαγνωστικοί όροι και διαδικασίες τέθηκαν από την κυριαρχούσα αντίληψη· και αυτή δεν ήταν άλλη από την ανδρική οπτική.[2] Επί παραδείγματι, η διάγνωση της οριακής διαταραχής προσωπικότητας, όπως στο παρελθόν η υστερία, αποδόθηκε διαστρεβλωτικά «σε ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων γυναικών με διαταραγμένη ή υπερβολική συμπεριφορά».[3] Στην κινηματογραφική της αποτύπωση, αυτό που ονομάζουμε «τρέλα» συνδέθηκε με τη γυναίκα πάνω στη βάση της οικειοποίησης ή της απόρριψης του κοινωνικού ρόλου του φύλου της.[4]
Στην κλασική περίοδο του Χόλλυγουντ, οι αναπαραστάσεις των γυναικείων χαρακτήρων –ανεξάρτητα αν φιλμικά δηλώνονταν ως ψυχικά ασθενείς ή όχι– αφορούσαν σε υστερικές και νευρωτικές ψυχικές καταστάσεις και συμπεριφορές, που τις περισσότερες φορές ενσάρκωναν οι πανέμορφες ντίβες της μεγάλης οθόνης, όπως η Joan Crawford ή η Bette Davis. Στην πλειονότητα των ταινιών, είναι η γυναίκα ψυχικά ασθενής που τίθεται στον ρόλο του επικίνδυνου χαρακτήρα στη βάση της ερωτικής διεκδίκησης. Στην ταινία The Dark Mirror (1946), ένας ψυχίατρος παγιδεύεται ανάμεσα σε δύο πανομοιότυπες δίδυμες, εκ των οποίων η μία είναι «καλή» και η άλλη μία «σατανική δολοφόνος». Η εξήγηση της επικινδυνότητας της ψυχικά διαταραγμένης αδελφής αποδίδεται από τον ψυχίατρο στη γυναικεία αντιπαλότητα για την ανδρική προσοχή. Ομοίως, στην ταινία Possessed (1947) η ηρωίδα τρελαίνεται και δολοφονεί τον άνδρα που την απορρίπτει.[5] Όπως ο Fuery αναφέρει, «από τον Μεσαίωνα, στη δυτική σκέψη οι γυναίκες έχουν ευθυγραμμιστεί με την τρέλα και το πάθος».[6]
Στην πορεία των χρόνων, παρά τη διεκδίκηση της γυναικείας χειραφέτησης, η ψυχοπαθολογία της γυναίκας συνέχισε τη φιλμική της απεικόνιση ως προσώπου φαύλου και επικίνδυνου. Ενδεικτικά, στην ταινία Fatal Attraction (1987) η ηρωίδα επιδιώκει την ανδρική καταστροφή, στην ταινία He Loves Me… He Loves Me Not (2002) η πρωταγωνίστρια αποδεικνύεται απρόβλεπτα επικίνδυνη προς το αντικείμενο του πόθου της, ενώ στην ταινία Single White Female (1992) οικειοποιείται την ταυτότητα και τη ζωή μίας άλλης γυναίκας που φθονεί.[7]
Φαίνεται ότι η βιομηχανία κινηματογράφου εμμένει να συμπλέκει την ψυχική ασθένεια της γυναίκας, ανεξαρτήτως διάγνωσης, με αυτό που υπολανθάνει στον φυλετικό της ρόλο: προβάλλεται, συνεπώς, ως άτομο που στοχεύει στην κατάκτηση του άλλου φύλου, με ικανότητες αποπλάνησης και συμπεριφορές βλαπτικές, ώστε να του αξίζει η τιμωρία παρά η θεραπεία.[8] Έτσι, στον κινηματογράφο, η γυναίκα ψυχικά ασθενής έχει ταυτιστεί με την εκτροπή από τα επιβαλλόμενα ήθη και πρέπει να θεραπευτεί από κάποιον ψυχίατρο (άνδρα), προκειμένου να γίνει ξανά το «καλό κορίτσι» και να επανέλθει στην κοινωνία.[5]
Ακόμα και στις ταινίες με ευνοϊκές φιλμικές αναπαραστάσεις της γυναικείας ψυχοπαθολογίας, οι γυναίκες δεν απελευθερώνονται από τις κοινωνικές νόρμες του φύλου τους. Χαρακτηριστικά, η διασπαστική διαταραχή ταυτότητας (γνωστή στο παρελθόν ως διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας) συνδέεται σταθερά με τη γυναικεία δυσφορία απέναντι στον κοινωνικό ρόλο του φύλου της, την καταπίεση, τη σεξουαλικότητα, αλλά και την κακοποίηση, όπως στις ταινίες The three faces of Eve (1957) και Waking Madison (2011).
Δεδομένης της διεισδυτικής επίδρασης του κινηματογραφικού μέσου στο φιλοθέαμον κοινό, απαιτείται να μην παραγνωρίζεται το γεγονός ότι η κυριαρχούσα κινηματογραφική κατασκευή της ψυχικά πάσχουσας γυναίκας διαιωνίζει δυσμενή στερεότυπα. Τα εν λόγω, μάλιστα, στερεότυπα ακολουθούν έμφυλες διαδικασίες νοηματοδότησης, παγιδεύοντας την κοινωνική οπτική στο κλισέ των «όμορφων αλλά προβληματικών γυναικών».[9]
Βιβλιογραφικές αναφορές
[1] Διαμαντοπούλου, Νέλλη. Η Ψυχική Διαταραχή στον Κινηματογράφο: αναπαραστάσεις και προεκτάσεις. Αθήνα: Αιγόκερως, 2016.
[2] Lerman, Hannah. Pigeonholing Women’s Misery: A History and Critical Analysis of the Psychoanalysis of Women in the Twentieth Century. New York: Basic Books, 1996.
[3] Wirth-Cauchon, Janet. Women and Borderline Personality Disorder: Symptoms and Stories. New Brunswick: Rutgers UP, 2001, p. 38.
[4] Chesler, Phyllis. Women and Madness. 3rd ed. New York: Four Walls Eight Windows, 1997.
[5] Kretschmar, Kelly. “Framing Femininity as Insanity: Representations of Mental Illness in Women in Post-Classical Hollywood” Master thesis. University of North Texas, 2007.
[6] Fuery, Patrick. Madness and Cinema: Psychoanalysis, Spectatorship and Culture. Basingstoke: Palgrave McMillan, 2003, p. 39.
[7] Berrita, Georgina. “The use of female mental illness as a narrative device in contemporary European film and culture” Master thesis. Manchester Metropolitan University, 2014.
[8] Pirkis Jane, Blood Warwick.R., Francis Catherine and McCallum Kerry. “On-Screen Portrayals of Mental Illness: Extent, Nature, and Impacts”. Journal of Health Communication: International Perspectives 11, 5 (2006):523-541.
[9] Tuysuz, Dilan. Mental Illness and Women in Cinema: “Beautiful and Troubled Women”. In International Perspectives on Feminism and Sexism in the Film Industry, edited by G. Sari & D. Cetin. IGI, 2019, pp. 41-58.
Comments are closed.