Να μια ερώτηση που έχει απασχολήσει όλους τους γονείς στην καθημερινότητα με τα παιδιά τους, είτε πρόκειται για μια κουβέντα ρουτίνας, είτε πρόκειται για κάτι σπουδαίο που πρέπει να συζητηθεί. Παρακάτω αναφέρουμε κάποια σημεία επικοινωνίας, όχι τα μόνα, τα οποία, αν οι γονείς τα έχουν στο νου τους, όταν μιλούν στα παιδιά τους, μόνο να διευκολύνουν την επικοινωνία μπορούν.
Για να μιλήσουμε στα παιδιά μας, βασική προϋπόθεση είναι να βρούμε τον χρόνο. Ακούγεται αυτονόητο, ωστόσο σε μια καθημερινότητα που τρέχει και οι γονείς τρέχουν πίσω της κουρασμένοι, το να βρει κανείς το χρόνο, συνήθως σημαίνει να φτιάξει τον χρόνο.
Σε οποιαδήποτε κουβέντα, από την πιο απλή μέχρι την πιο σύνθετη, χρειάζεται να είναι σαφές στο μυαλό των γονιών, για να είναι και στων παιδιών, ότι η αγάπη και η αποδοχή είναι αδιαμφισβήτητα, άρα κανένα περιεχόμενο δεν θα τα κλονίσει.
Ο καλύτερος και πιο εύκολος τρόπος να επικοινωνήσουμε οτιδήποτε στον οποιονδήποτε, που επιθυμούμε να μας καταλάβει, είναι να είμαστε ειλικρινείς. Αυτό που δείχνουμε έξω μας, να συγχρονίζεται με αυτό που νιώθουμε μέσα μας.
Τα λόγια που θα χρησιμοποιήσουμε θα πρέπει να είναι λίγα και απλά.
Μιλάμε με σαφήνεια και σταθερότητα.
Πολύ σημαντικό είναι να θυμάται κανείς ότι το να είναι γονιός ενός παιδιού δεν του δίνει το δικαίωμα να ασκεί εξουσία πάνω στο παιδί του. Όταν λοιπόν μιλάμε στα παιδιά δεν κάνουμε κατάχρηση εξουσίας, δεν εξαπολύουμε απειλές και δεν κάνουμε κήρυγμα. Όλα τα παραπάνω το μόνο που μπορούν να πετύχουν είναι να απομακρύνουν τον συνομιλητή μας, ειδικά αν αυτός είναι ένα ανήλικο παιδί.
Σεβόμαστε και ενισχύουμε την φυσική περιέργεια των παιδιών. Η περιέργεια είναι συστατικό στοιχείο για την ψυχική και νοητική ανάπτυξη των παιδιών. Αυτό όμως τι σημαίνει με απλά λόγια; Ότι αυτό που λέμε σε αυτά, δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να είναι τόσο αναλυτικό, όσο θα το λέγαμε σε έναν ενήλικα. Μιλώντας για κάτι, δίνουμε χώρο στο παιδί να κάνει ερωτήσεις, σχετικά με αυτό που του λέμε. Οι ερωτήσεις αυτές μπορούν να μας καθοδηγήσουν για το πόσα πολλά θέλει και άρα είναι έτοιμο να μάθει, ένα παιδί, σε σχέση με το εκάστοτε θέμα. Όταν ένα παιδί ρωτά για κάτι ,είναι έτοιμο και να το μάθει.
Όταν μια κουβέντα μας προκαλεί έντονα συναισθήματα, είναι προς όφελος της συζήτησης και της κατανόησης του συνομιλητή μας, να επικοινωνήσουμε με λόγια αυτά τα συναισθήματα. Όταν τα συναισθήματα είναι τόσο έντονα και δεν μπορούμε να τα ελέγξουμε και μπορεί να γίνουν επιθετικά προς τον συνομιλητή μας, π.χ. έντονος θυμός, στενοχώρια κτλ μπορούμε πάντα να διακόψουμε τη συζήτηση και να επανέλθουμε σε αυτήν όταν θα είμαστε πια σε θέση να κρατήσουμε τα συναισθήματα μας και να τα βάλουμε σε λέξεις.
Κλείνοντας αυτό το κείμενο, να πούμε ότι τα παιδιά μαθαίνουν μέσω της μίμησης. Αυτό μπορεί να φανεί χρήσιμο και για τις συζητήσεις μας μαζί τους. Αν θέλουμε να μιλάμε στα παιδιά μας και να μας ακούνε, μπορούμε από νωρίς στην ανάπτυξη τους να καλλιεργήσουμε το να τα ακούμε εμείς. Αν θέλουμε τα παιδιά μας να μας μιλούν για όσα τα αφορούν, μπορούμε, από νωρίς στην ανάπτυξη τους, να καλλιεργήσουμε το να τους μιλάμε κι εμείς για μας. Ωστόσο τα συστατικά στοιχεία των σχέσεων είναι τόσο εύπλαστα, που ποτέ δεν είναι αργά να αλλάξουμε τους τρόπους που μιλάμε στα παιδιά μας, προς όφελος της επικοινωνίας μας με αυτά.
Μπεμπλιδάκη Χρύσα
Ψυχολόγος- Κλινική Νευροψυχολόγος.
Comments are closed.