Πόσες φορές έχουμε ακούσει τη φράση “εγώ δεν χρειάζομαι ψυχολόγο, έχω τους φίλους μου για να συζητάω”.
Η χρησιμότητα της φιλίας είναι αδιαμφισβήτητη για μια υγιή κοινωνική ζωή. Και πράγματι αυτή η φράση υποδηλώνει μια προσωπικότητα με σταθερό ψυχισμό η οποία μπορεί να αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς εμπιστοσύνης κι αυτό μόνο παραγωγικό μπορεί να χαρακτηριστεί.
Παρόλα αυτά υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο ραντεβού πού κάνουμε με έναν καλό μας φίλο και στο ραντεβού που κάνουμε με τον ψυχολόγο. Μερικές απ’ αυτές τις διαφορές είναι οι εξής:
- Ο προσδιορισμός της σχέσης. Ο ψυχολόγος είναι θεραπευτής, οπότε αυτόματα προσανατολιζόμαστε μόνο στον εαυτό μας. Η φιλία είναι μια αμφίδρομη σχέση, την οποία δεν μπορούμε να μονοπωλούμε με τα δικά μας μόνο προβλήματα. Στον ψυχολόγο νιώθουμε ελεύθεροι και χρειάζεται να ασχοληθούμε αποκλειστικά με τον εαυτό μας και ο χρόνος που διαθέτουμε εκεί, μας ωθεί στην καλύτερη σύνδεση με τον έσω εαυτό μας, τις βαθύτερες σκέψεις μας και τα συναισθήματα.
- Η ασφάλεια του απορρήτου. Ο ψυχολόγος δεσμεύεται από το απόρρητο. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ό,τι λαμβάνει χώρα εντός της συνεδριακής ώρας δεν μεταφέρονται σε τρίτους. Το απόρρητο “σπάει” μόνο για λόγους προστασίας του θεραπευόμενου, σε περίπτωση που σκέφτεται να κάνει κακό στον εαυτό του ή σε κάποιον τρίτο. Μια φιλική σχέση, παρόλο που μπορεί να είναι πάρα πολύ εχέμυθη, δεν μπορεί να διαβεβαιώσει με τον ίδιο τρόπο τα προσωπικά δεδομένα.
- Αντικειμενικότητα. Ένα από τα πιο σημαντικά της θεραπευτικής σχέσης είναι η αντικειμενικότητα. Ο θεραπευτής δεν έχει προσωπική σχέση με τον θεραπευόμενο και δεν τον δένουν συναισθήματα που επηρεάζουν την αμεροληψία και τη καθαρή οπτική του. Ο θεραπευτής δρα σαν ένας ουδέτερος δέκτης και θέτει μια καθαρότερη οπτική απέναντι στα δεδομένα που του παρουσιάζονται. Οι φίλοι μας, όπως είναι λογικό, επηρεάζονται από τα συναισθήματά τους για εμάς και πολλές φορές αυτό αποτελεί τροχοπέδη για μια πιο αντικειμενική διαχείριση των καταστάσεων που μας απασχολούν.
- Κριτική Ο ψυχολόγος δε θα κρίνει τις αποφάσεις σου. Δε θα σε “μαλώσει” για τα λάθη σου. Η θεραπευτική διαδικασία, για να είναι λειτουργική, δεν στοχεύει στην επίκριση αλλά στην παρατήρηση. Όταν μετά από παρατήρηση ο θεραπευόμενος δει κάτι στον εαυτό του που θεωρεί ότι είναι δυσλειτουργικό και θελήσει να το αλλάξει, τότε δουλεύουμε πάνω σε αυτό Είναι σημαντικό να ξέρουμε πως κάτι που για εμάς είναι δυσλειτουργικό για τον άλλο άνθρωπο μπορεί να δουλεύει τέλεια. Ο θεραπευτής γνωρίζει ήδη αυτή τη διαφορά.
Ζέτα Καλουντζόγλου
Κλινική Ψυχολόγος
Comments are closed.